- βραβεύονται
- βραβεύωact as judgepres ind mp 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γκράμι, βραβεία — (Grammy awards). Θεσμός μουσικών βραβείων της αμερικανικής δισκογραφικής βιομηχανίας. Η ιδέα για τα β.Γ., ως κάτι αντίστοιχο των βραβείων Όσκαρ της κινηματογραφικής βιομηχανίας, αλλά για τον μουσικό χώρο, υλοποιήθηκε το 1957 από μια ομάδα… … Dictionary of Greek
Θερειανός, Διονύσιος — (Κέρκυρα 1834 – Τεργέστη 1897). Φιλόλογος και δημοσιογράφος. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Ιόνιο Ακαδημία εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη (1850), όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως εφημέριος της εκεί ελληνικής παροικίας. Τις σπουδές του… … Dictionary of Greek
Νόμπελ, βραβεία — Βραβεία που ίδρυσε με τη διαθήκη του (27 Νοεμβρίου 1895) ο Άλφρεντ Νόμπελ, για να τιμούνται κάθε χρόνο οι πέντε προσωπικότητες χωρίς διάκριση φυλής ή εθνικότητας οι οποίες «στο έτος που πέρασε προσέφεραν τη μεγαλύτερη ωφέλεια στην ανθρωπότητα»,… … Dictionary of Greek
βραβεύω — ευσα, εύτηκα, βραβευμένος, απονέμω βραβείο, ανταμείβω: Οι άριστοι των επιστημών και των τεχνών βραβεύονται με το βραβείο Νομπέλ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)